Δευτέρα 25 Μαρτίου 2019

Ο Φιλάργυρος (2018)

Μια γνωστή-άγνωστή μας Ελλάδα

The Miser

Ο πολυχώρος τέχνης Αλεξάνδρεια στεγάζεται σ' ένα οίκημα ιδιαίτερο. Πρόκειται για το νεοκλασικό αρχοντικό όπου έζησε και δημιούργησε ο συγγραφέας Μ. Καραγάτσης - και στο οποίο είχε, μάλιστα, πραγματοποιηθεί μέρος των γυρισμάτων για την πολεμική ταινία Καταδρομή στο Αιγαίον (1946), με σεναριογράφο και σκηνοθέτη τον ίδιο. Σήμερα το κτήριο έχει διαμορφωθεί σε χώρο φιλοξενίας θεατρικών παραστάσεων, συναυλιών, διαλέξεων και άλλων καλλιτεχνικών και μορφωτικών εκδηλώσεων, από τον Αιγυπτιώτη ηθοποιό και σκηνοθέτη Βασίλη Βλάχο. Εκεί παρακολουθήσαμε φέτος το Φιλάργυρο της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, ένα από τα πρώτα θεατρικά έργα της νεότερης Ελλάδας, σε σκηνοθεσία της Μαρίας Φραγκή και με τον Βασίλη Βλάχο στον κεντρικό ρόλο. Στη ζεστή, όμορφα και λειτουργικά διαρρυθμισμένη αίθουσα, είδαμε να ξυπνά και να ξεδιπλώνεται μια γνωστή-άγνωστή μας Ελλάδα - εκείνη για την οποία διαβάζουμε στα βιβλία ιστορίας, τόσο μακρινή, σε πραγματολογικό επίπεδο, από τις τωρινές μας προσλαμβάνουσες και ταυτόχρονα τόσο αταβιστικά οικεία.

Η Ζακυνθινή λογία Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου (1801-1832) υπήρξε μια από τις πρώτες Νεοελληνίδες συγγραφείς (άλλη μια εξέχουσα γυναικεία μορφή της εποχής ήταν η Ευανθία Καΐρη από την Άνδρο, μικρότερη αδελφή του φιλοσόφου Θεόφιλου Καΐρη). Στην τραγικά σύντομη ζωή της - χάθηκε στα 31 της μόλις χρόνια, λίγο μετά τη γέννηση του γιου της, από επιπλοκές του τοκετού - είχε ταχθεί ολόψυχα στη γνώση και τη μάθηση, παρά τα ενίοτε ανυπέρβλητα εμπόδια και τις αντιδράσεις που συναντούσε εξαιτίας του ότι ήταν γυναίκα. Έχοντας μελετήσει εντατικά την αρχαία ελληνική, τη γαλλική και την ιταλική γλώσσα, διάβαζε στο πρωτότυπο φημισμένα έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας και εμπνεόταν από τις αρχές του Διαφωτισμού. Έγραψε 22 θεατρικά ποικίλης θεματολογίας στα Ελληνικά και στα Ιταλικά, ελάχιστα από τα οποία σώζονται, μαζί με αποσπάσματα μεταφράσεών της από την αρχαιοελληνική γραμματεία και μικρό αριθμό ποιημάτων. Η αυτοβιογραφία της εκδόθηκε μισό αιώνα μετά το θάνατό της, από το γιο της - επίσης ποιητή - Ελισαβέτιο (ή Ισαβέλειο, ή Ζαμπελάκη) Μαρτινέγκο, ενώ το σύνολο των χειρογράφων της καταστράφηκε από πυρκαγιά στους μεγάλους σεισμούς των Επτανήσων, το 1953. Τον Δεκέμβριο του 1987, η κρατική τηλεόραση (ΕΤ2) πρόβαλε βιογραφική μίνι σειρά αφιερωμένη στη συγγραφέα, σε παραγωγή και σκηνοθεσία του Βαγγέλη Σερντάρη και σενάριο του Βαγγέλη Κατσάνη, με τη Χριστίνα Θεοδωροπούλου ως Ελισάβετ - και όπου, μάλιστα, ο Βασίλης Βλάχος εμφανιζόταν σ' έναν μικρό ρόλο.

Ο Φιλάργυρος χρονολογείται μεταξύ 1823 και 1824 και έχει γραφτεί σε γλώσσα απλή, πεζή (δηλαδή όχι σε μετρημένο ομοιοκατάληκτο στίχο, όπως συνηθιζόταν ως τότε), με κάποια λόγια και ιδιωματικά στοιχεία που δεν δυσχεραίνουν, ωστόσο, την κατανόηση από τους σύγχρονους θεατές. Παρότι η Μαρτινέγκου είχε υπόψη της το προγενέστερο, ομότιτλο έργο του Moliere, δεν το μιμήθηκε, ούτε στηρίχτηκε καν σ' αυτό. Ο δικός της φιλάργυρος, ένας Επτανήσιος μεταπωλητής με το όνομα Σέλημος - πιθανώς βασισμένος σε υπαρκτό πρόσωπο - δεν λογαριάζει κυριολεκτικά τίποτα μπροστά στο αυγάτισμα του πλούτου του, τον οποίο, εξάλλου, συγκέντρωσε και συντηρεί με τρόπους δόλιους και επιβλαβείς για όσους τον περιβάλλουν και τον συναναστρέφονται. Δεν δείχνει το παραμικρό συναίσθημα για τη γυναίκα του και το μοναχογιό του, τους οποίους εξαναγκάζει να κυκλοφορούν ρακένδυτοι και να καταφεύγουν σε πλάγια μέσα προκειμένου να καλύψουν ακόμα και τις απολύτως αυτονόητες καθημερινές ανάγκες, κακομεταχειρίζεται τους υπηρέτες του, εξαπατά τους συνεργάτες του και περιφρονεί με επιδεικτική αλαζονεία τους φτωχούς. Αρνείται ως και να στείλει το παιδί του να σπουδάσει, ενώ έχει οικειοποιηθεί εξ ολοκλήρου την προίκα της συζύγου του, απαγορεύοντάς της κάθε πρόσβαση σ' αυτήν. Είναι ένα πλάσμα βαθύτατα, αμετάκλητα και αμετανόητα αλλοτριωμένο, δίχως ίχνος ανθρωπιάς, που ζει κλεισμένο σε μια σφαίρα χωρίς επαφή με την πραγματικότητα, αδιαφορώντας παντελώς για τις άμεσες, όσο και για τις μελλοντικές συνέπειες των πράξεων και της συμπεριφοράς του (που, μοιραία, θα γυρίσουν επάνω του). Απέναντί του, ο μολιερικός Harpagon σχεδόν ωχριά.

Σκηνοθετώντας τον κατά Μαρτινέγκου Φιλάργυρο, η πεπειραμένη στο ηθογραφικό θέατρο Μαρία Φραγκή (προηγούμενα εγχειρήματά της περιλαμβάνουν τον Εξηνταβελόνη του Κωνσταντίνου Οικονόμου, τους Διαλόγους του Μιλτιάδη Χουρμούζη και τη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη) επιλέγει μια προσέγγιση "παράστασης μέσα στην παράσταση": χρόνια μετά το θάνατο της Ελισάβετ, ο γιος της, που δεν πρόλαβε να τη γνωρίσει, ανακαλύπτει σ' ένα σεντούκι το χειρόγραφο του Φιλάργυρου και καθώς το διαβάζει, οι ήρωες αποκτούν σάρκα και οστά και η υπόθεση αρχίζει να ξετυλίγεται μπροστά του (και μπροστά μας). Τα πρόσωπα του δράματος, διαρκώς παρόντα, μα ασάλευτα, μαυροντυμένα και με την πλάτη προς τους θεατές, έτσι ώστε να γίνονται ένα με το σκοτεινό φόντο, "αποσπώνται" απ' το βάθος της σκηνής και ζωντανεύουν όποτε έρχεται η σειρά τους να μιλήσουν ή να δράσουν. Κλείνοντας το μάτι στις ιταλικές επιρροές της Μαρτινέγκου, η σκηνοθεσία της Φραγκή, η κινησιολογία της Νερίνας Ζάρπα και η γενική αισθητική της παρουσίασης δανείζονται επιμέρους μορφολογικά συστατικά από την Commedia dell'Arte - όπως η κεφάτη εισαγωγική μουσική της έναρξης και το μακιγιάζ των ηθοποιών, που παραπέμπουν σε βενετσιάνικο καρναβάλι - όχι όμως και τη χαρακτηριστική, φανταχτερή πολυχρωμία ή την ανάλαφρη χορευτική αεικινησία της. Οι ανθρώπινες φιγούρες μοιάζουν με ίσκιους βγαλμένους από γοτθικό παραμύθι ή ζοφερό παιχνίδι μυαλού, υποδεικνύοντας και αναδεικνύοντας την ουσία του έργου. Διότι δεν πρόκειται για μια τυπική ηθογραφική φαρσοκωμωδία, όπου οι αρνητικές ιδιότητες του κεντρικού ήρωα εξογκώνονται γελοιογραφικά έως γκροτέσκα, με σκοπό τη διασκέδαση του κοινού: εδώ το αμιγώς κωμικό στοιχείο είναι σποραδικό και συγκρατημένο, λειτουργώντας περισσότερο ως "ανάσα" απ' τον καθ' όλα σοβαρό κοινωνικό προβληματισμό/σχολιασμό που συνιστά και το πραγματικό υπόβαθρο της πλοκής.

Τον εξαιρετικά απαιτητικό πρωταγωνιστικό ρόλο επωμίζεται ο Βασίλης Βλάχος, ιδρυτής του πολυχώρου Αλεξάνδρεια και της ομώνυμης καλλιτεχνικής εταιρείας - ο οποίος, εκτός από πολυάριθμες συμμετοχές σε θεατρικές παραστάσεις, ελληνικές και ξένες κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, έχει επίσης στο ενεργητικό του τη μετάφραση του μυθιστορήματος Ο Αραβικός Εφιάλτης του Άγγλου ιστορικού Robert Irwin (εκδόσεις Περίπλους, 2000) και μεγάλο μέρος των μονοπράκτων από το Θέατρο της Clara Gazul του Prosper Merimee, καθώς και δυο προσωπικά μουσικά άλμπουμ. Με επιβλητικότητα, δυναμισμό και κυριαρχία στη σκηνή, πλάθει έναν Σέλημο άκρως αληθοφανή, που ως παρουσία θυμίζει - όχι άστοχα - κάτι ανάμεσα σε δομινικανό μοναχό και σαιξπηρικό Shylock: η καλογερίστικη εμφάνιση και αμφίεση του ήρωα εικονογραφούν την παράλογα στερημένη ζωή του, σε σοκαριστική αντίθεση με την κοινωνική του θέση και την τεράστια περιουσία του. Εξίσου εύστοχη όσο και εύγλωττη είναι η σχεδόν συνεχής τοποθέτησή του στο κέντρο του σκηνικού χώρου, με τα υπόλοιπα πρόσωπα να κινούνται σε απόσταση γύρω του, σαν να φοβούνται να πλησιάσουν ένα άγριο θηρίο, μοναχικό αλλά και επικίνδυνο, που βρέθηκε λυτό ανάμεσά τους. Ή σαν πλανήτες καταδικασμένοι να περιφέρονται σε βασανιστική τροχιά γύρω απ' το αρνητικό ενός ήλιου, μια μαύρη τρύπα που τους απομυζά την ενέργεια και τη ζωή. Όχι τυχαία, το μοναδικό - και πολλαπλά χρηστικό - σταθερό αντικείμενο που βλέπουμε στη σκηνή είναι το επτασφράγιστο μπαούλο όπου φυλάει τους θησαυρούς του.

Οι γυναικείες μορφές του Φιλάργυρου παρουσιάζουν ειδικό ενδιαφέρον, αφού, διαβάζοντας την αυτοβιογραφία της Μαρτινέγκου, διαπιστώνουμε πόσο φλέγον ζήτημα ήταν για την ίδια η κάθε άλλο παρά προνομιακή θέση της γυναίκας στον καιρό της. Αρνούμενη πεισματικά να βολευτεί σε μια συμβατική, πνευματικά στείρα ζωή, ήταν διατεθειμένη ως και να κλειστεί σε μοναστήρι προκειμένου να μπορεί να ασχολείται ελεύθερα με τα ενδιαφέροντά της. Πράγμα που θα κάνει, στο τέλος, η Μέλουσα, η χιλιοταλαίπωρη σύζυγος του Σέλημου, αγανακτισμένη απ' την ανένδοτη απανθρωπιά του, η οποία οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια στην άτακτο φυγή του γιου τους και στη διάλυση της οικογένειάς τους. Θα την ακολουθήσει η πιστή υπηρέτριά της, ανήμπορη κι εκείνη ν' ανεχτεί άλλο πια τη βαναυσότητα του αφέντη της. Η Δανάη Καλαχώρα και η Κλεοπάτρα Ροντήρη αποδίδουν τους αντίστοιχους ρόλους με την πρέπουσα ευαισθησία και πειστικότητα, ευάρμοστα πλαισιωμένες από τους Τάσο Ζιάκκα, Leonardo Thimo και Επαμεινώνδα Μουντζουρέα. Όλοι οι συντελεστές υπηρετούν με έκδηλη αγάπη και αφοσίωση το παντοιοτρόπως εμβληματικό και όμως ελάχιστα διαδεδομένο αυτό έργο, δίνοντάς μας την ευκαιρία να οικειωθούμε τις σχεδόν άγνωστες ρίζες του σύγχρονου θεάτρου στη χώρα μας. Το πρόγραμμα της παράστασης συνοδεύει, μάλιστα, φυλλάδιο με εκτενές και κατατοπιστικότατο υλικό σχετικά με την πρώιμη νεοελληνική δραματουργία, από τη μελέτη του θεατρολόγου Δημήτρη Σπάθη Από τον Χορτάτση στον Κουν (έκδοση του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2015).

(Αθήνα, Μάρτιος 2019)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό Διάστιχο (30.3.19). Οι παραστάσεις του Φιλάργυρου δίνονται από τις 28 Δεκεμβρίου 2018 ως τις 31 Μαρτίου 2019 και κάθε Παρασκευή, Σάββατο & Κυριακή στον πολυχώρο τέχνης Αλεξάνδρεια της Πλατείας Αμερικής.

Δεν υπάρχουν σχόλια :