Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 2018

Η Γραμμή (2017)

Η ξεκαρδιστική τραγικότητα του Homo Consumptor

The Line

Και ποιος δεν έχει βρεθεί σε ουρά... Και ποιος δεν έχει έρθει αντιμέτωπος με επίδοξους "σφετεριστές" της θέσης του στην ουρά, που παντοιοτρόπως θα επιχειρήσουν να τον παρακάμψουν με σκοπό να προηγηθούν - είτε προβάλλοντας κάποια πρόφαση, είτε αποσπώντας του την προσοχή, είτε μπαίνοντας "πραξικοπηματικά" μπροστά του δίχως να θεωρούν καν απαραίτητη μια, έστω και προσχηματική, εξήγηση ή δικαιολογία. Το οχληρό αυτό φαινόμενο της αστικής καθημερινότητας, η επίμονη παράβαση ενός άγραφου κανόνα όπως η υπομονετική αναμονή με σεβασμό της προτεραιότητας, γίνεται για τον πολυβραβευμένο Αμερικανό θεατρικό συγγραφέα, σκηνοθέτη και ηθοποιό Israel Horovitz η αφορμή ώστε να καυτηριάσει αμείλικτα την πλεονεξία, τον εγωκεντρισμό και τη μωροφιλοδοξία του σύγχρονου καταναλωτή ανθρώπου, του αλλοτριωμένου σε εγκληματικό βαθμό απ' τον ακραίο, θεοποιημένο υλισμό της εποχής μας.

Πέντε άτομα - τέσσερις άντρες και μια γυναίκα - καταφθάνουν για να σταθούν στη σειρά πίσω από μια γραμμή χαραγμένη στο έδαφος ενός απροσδιόριστου πάρκου. Το λόγο για τον οποίο συμβαίνει αυτό δεν τον γνωρίζουμε ούτε θα τον μάθουμε ποτέ: δεν πρόκειται, άλλωστε, για το εστιακό σημείο της υπόθεσης. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι το τι θα διαδραματιστεί μεταξύ των (αντι)ηρώων της ιστορίας, στη μανιώδη τους προσπάθεια να εξασφαλίσουν, ο καθένας για τον εαυτό του και με κάθε δυνατό, θεμιτό ή (κυρίως) αθέμιτο μέσο, την περιπόθητη πρώτη θέση στην ουρά.

Τι είναι άραγε αυτό που υποκινεί/παρακινεί μια παρόμοια, περίπου πανομοιότυπη συμπεριφορά σε ανθρώπους εντελώς διαφορετικών ιδιοσυγκρασιών και ενδιαφερόντων, πολιτισμικών και κοινωνικών υποβάθρων; Τι θα κερδίσουν - εκτός από ελάχιστα λεπτά της ώρας και μια εφήμερη, άχρηστη ικανοποίηση - αν κατορθώσουν να "κλέψουν" την προτεραιότητα του άλλου; Τι είναι αυτό που τους ωθεί να παραμερίσουν κάθε αγωγή και αξιοπρέπεια και να φερθούν μικρόψυχα, ύπουλα και ποταπά, δίνοντας δυσανάλογο βάρος σε κάτι τόσο ασήμαντο και στην ουσία, πέρα για πέρα απατηλό και μάταιο; Ανατέμνοντας με ανελέητη οξυδέρκεια και άκρατο σαρκασμό το εν λόγω ανθρώπινο παράδοξο, ο Horovitz καταδεικνύει και αναδεικνύει τον ακραιφνή παραλογισμό του πράγματος σε όλο του το τραγελαφικό "μεγαλείο". Μια άσπρη γραμμή στο χώμα, αόρατη αρχικά στους θεατές, μετατρέπεται, αυθαίρετα όσο και δυναστευτικά, σε σύνορο ανάμεσα στον καταναγκασμό της μαζικής ψυχολογίας και την ατομική ελευθερία κινήσεων και σκέψης - ένα σύνορο, ωστόσο, του οποίου η "ανάγνωση" και η λειτουργικότητα παραμένουν ρευστές και εξίσου αυθαίρετες. Διότι από ποια μεριά της γραμμής υποτίθεται πως πρέπει, τελικά, να σχηματιστεί η ουρά;

Η Γραμμή είναι έργο ολιγοπρόσωπο, με όλους τους ρόλους εκ περιτροπής πρωταγωνιστικούς. Καθώς οι δυναμικές αλλεπάλληλα μεταβάλλονται, το κάθε πρόσωπο μετακινείται μια ή περισσότερες θέσεις μπροστά ή πίσω, ανάλογα με την (πρόσκαιρη) επιτυχία ή όχι της εκάστοτε στρατηγικής του σε συνάρτηση με τους χειρισμούς των υπόλοιπων – σαν μια παρτίδα μπιλιάρδου όπου οι μπάλες είναι οι ίδιοι οι παίκτες, με τον καθένα τους να επιστρατεύει όποιο ατού έχει εύκαιρο προκειμένου να εξοβελίσει τους άλλους τέσσερις. Ο υπερβολικά σίγουρος για τον εαυτό του Stephen (Γιάννης Δρίτσας) χρησιμοποιεί την πολυλογία και τα σοφίσματα για να καταρρίψει και την παραμικρή αντίρρηση, οδηγώντας σε αδιέξοδο την κάθε απόπειρα φυσιολογικής συζήτησης μαζί του. Ο "περπατημένος" στη ζωή Dolan (Κώστας Κλάδης) ακολουθεί μια φιλοσοφία η οποία συνίσταται στην εξουδετέρωση του αντιπάλου με τα ίδια του τα όπλα, τη στιγμή μάλιστα που ο τελευταίος νομίζει πως έχει το πάνω χέρι. Η μόνη γυναίκα της ομάδας, η δυναμική, αδίστακτη Molly (Κωνσταντίνα Σαραντοπούλου) με την ακόρεστη λίμπιντο, "εκτροχιάζει" έναν προς έναν τους ανταγωνιστές της, εκμεταλλευόμενη την αδυναμία τους να αντισταθούν σε ένα "πρόθυμο" θηλυκό - και ουδόλως πτοούμενη από την παρουσία του άβουλου και υποχόνδριου συζύγου της, Arnall (Νίκος Σταματόπουλος), ο οποίος παρακολουθεί σχεδόν απαθής, με την ελπίδα να επωφεληθεί από τους δικούς της ελιγμούς. Και ο ελαφρώς αργόστροφος Fleming (Αργύρης Αποστόλου) καταλήγει έρμαιο των απανωτών ανατροπών της κατάστασης, πασχίζοντας με παιδιάστικα απελπισμένο πείσμα να ξαναπιάσει την πρώτη θέση που του πήρε με το έτσι θέλω ο Stephen.

Το κείμενο του Horovitz παρουσιάζει την εξής ευφυέστατη ιδιομορφία: διάλογοι απλοί στα όρια της κοινοτοπίας, που μέσα σε οποιαδήποτε άλλα συμφραζόμενα θα έβγαζαν απολύτως νόημα, στη συγκεκριμένη περίπτωση φαντάζουν λίγο πολύ σουρεαλιστικοί. Σε αντίθεση με το "καθαρόαιμο" θέατρο του παραλόγου, για παράδειγμα, όπου ο λόγος αποδομείται σε επίπεδο σημαινομένου όσο και σημαίνοντος για να υπαινιχθεί κάτι το πιθανώς απτό μέσω μιας φαινομενικής "αναρχίας", εδώ συμβαίνει το ακριβώς αντίστροφο. Φράσεις οικείες, αναγνωρίσιμες, χωρίς καμιά γλωσσική ή σημασιολογική επιτήδευση, συναρθρώνουν ένα διαρκές χάος ασυνεννοησίας και παράνοιας. Και στο πανούργο αυτό τέχνασμα έγκειται όλη η δύναμη του έργου, την οποία η εξαιρετική μετάφραση του επίσης θεατρικού συγγραφέα Αλέξη Καλλίτση τιμά και αποδίδει στο ακέραιο, ενώ η σφύζουσα από ζωντάνια, γεμάτη πνοή και γοργούς ρυθμούς σκηνοθεσία του Κοραή Δαμάτη (που έχει επιμεληθεί και τη μουσική επένδυση), την οποία συνοδεύει και συμπληρώνει ο ευρηματικός χορογραφικός σχεδιασμός της κίνησης από τη Μαρίζα Τσίγκα, αξιοποιεί στο έπακρο την ευθύβολη αμεσότητα της ατάκας, το δηλητηριώδες και μαζί ξεκαρδιστικό χιούμορ που πηγάζει απ' την τραγική, στο βάθος, εξωφρενικότητα των περιστάσεων.

Έξοχες, στέρεες και καλοκουρδισμένες, οι ερμηνείες των ηθοποιών ισορροπούν με άνεση και σιγουριά ανάμεσα στην κατ' επίφαση (φαρσο)κωμωδία και τη δηκτική βαρύτητα του κοινωνικού σχολίου, απογειώνοντας το σύνολο της παράστασης. Ο αφελής, εύπιστος Fleming του Αποστόλου και ο δεινός "λογοπλάνος" Stephen του Δρίτσα από τη μια, η μπριόζα, αεικίνητη και... ακούραστη Molly της Σαραντοπούλου και ο συγκινητικά ταλαίπωρος, απατημένος και παραιτημένος Arnall του Σταματόπουλου απ' την άλλη, απαρτίζουν δυο δίπολα διαμετρικά αντίθετων και αλληλοσυγκρουόμενων χαρακτήρων, με το λιγόλογο - πλην όμως όχι και λιγότερο αποφασισμένο - Dolan του Κλάδη, στρογγυλοκαθισμένο (διόλου τυχαία) στη μέση της σειράς, να "απορροφά" τις μεταξύ τους εντάσεις για να τις εξαπολύσει και πάλι έντεχνα, πολλαπλασιασμένες και ακόμα πιο "αιμοβόρες", καταπάνω τους. Το ότι η Molly και ο Arnall, αν και αντρόγυνο, δεν κατορθώνουν καν να βρουν δυο συνεχόμενες θέσεις στην ουρά, είναι ενδεικτικό της πλήρους και αμετανόητης έλλειψης συντονισμού, σύμπνοιας και επικοινωνίας ανάμεσά τους, του πόσο ερήμην ο ένας του άλλου πορεύονται και δρουν. Είτε υπαρκτή, είτε νοερή, είτε οριζόντια, είτε κάθετη, μια γραμμή στο έδαφος αρκεί για να διαχωρίσει και να διαιρέσει αμετάκλητα, να δώσει τη χαριστική βολή στις ήδη επισφαλείς, ετοιμόρροπες σχέσεις των ανθρώπων. Στο τέλος πια δεν μένει παρά να αποκτήσει ο καθένας την ατομική του λευκή γραμμή, μια θλιβερά γελοία ψευδαίσθηση "πρωτιάς", που θα τον κρατήσει κλεισμένο μια για πάντα μέσα στα δικά του μοναχικά σύνορα.

(Αθήνα, Ιανουάριος 2018)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό Διάστιχο (3.2.18). Οι παραστάσεις του έργου δίνονται από τις 16 Δεκεμβρίου 2017 ως τη 1 Απριλίου 2018 και κάθε Σάββατο και Κυριακή, στην κεντρική σκηνή του Θεάτρου κάτω από τη Γέφυρα στο Νέο Φάληρο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :