Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011

Ανοιξιάτικες Βροχές (1989)

Αδιευκρίνιστες προθέσεις σε ακούσιο (;) "θέατρο παραλόγου"

Torrents of Spring

Τέλη του 19ου αιώνα. Ένας ηλικιωμένος Ρώσος γαιοκτήμονας, ο Dimitri Sanin (Timothy Hutton), επισκέπτεται τη Γερμανία και αναπολεί το παρελθόν του, που είναι στενά συνδεδεμένο με τη χώρα αυτή. Μεταφερόμαστε λοιπόν στα νεανικά του χρόνια, όταν στη διάρκεια ταξιδιού του στη Φρανκφούρτη, μπαίνει σε ένα ιταλικό ζαχαροπλαστείο και γίνεται μάρτυρας του περιστατικού που θα του αλλάξει τη ζωή: ο δεκαπεντάχρονος γιος της ιδιοκτήτριας, Emil (Christian Dottorini), λιποθυμά ξαφνικά από άγνωστη αιτία. Ο Sanin σπεύδει να του προσφέρει τις πρώτες βοήθειες και ενώ περιμένουν το γιατρό, γνωρίζεται με τη μητέρα του αγοριού, την κυρία Rosselli (Francesca De Sapio) και τη μεγαλύτερη αδελφή του, τη σπιρτόζα και πανέμορφη Gemma (Valeria Golino), την οποία ερωτεύεται κεραυνοβόλα. Σύντομα όμως μαθαίνει ότι η κοπέλα είναι αρραβωνιασμένη με τον κομψευόμενο Γερμανό έμπορο Karl Klueber (Krzysztof Janczar) που έχει ευεργετήσει τους Rosselli στο παρελθόν. Έχοντας ωστόσο κερδίσει την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση της οικογένειας, ο Sanin τολμά να ομολογήσει τον έρωτά του στην Gemma και να τη ζητήσει σε γάμο.

Παρά τις αρχικές αντιρρήσεις της μητέρας της, εκείνη ανταποκρίνεται με ενθουσιασμό, αλλά η μοίρα τους παίζει άσχημο παιχνίδι. Χωρίς καλά καλά να το καταλάβει, ο Sanin θα βρεθεί μπλεγμένος στα δίχτυα μιας αινιγματικής Ρωσίδας ηθοποιού, της Maria Nikolaevna (Nastassja Kinski) η οποία, μαζί με το γλοιώδη και διεφθαρμένο σύζυγό της πρίγκιπα Polozov (William Forsythe), σχεδιάζει να οικειοποιηθεί την περιουσία του κάνοντάς τον υποχείριό της...

Η εκτενής ημιαυτοβιογραφική νουβέλα του Ivan Turgenev (γραμμένη μεταξύ 1870 και 1871) - απ' όπου ο Forster εμπνεύστηκε οφθαλμοφανώς το Δωμάτιο με Θέα και τον Maurice και ο Waugh την Επιστροφή στο Brideshead - ήταν το δεύτερο δείγμα ρωσικής λογοτεχνίας με το οποίο ήρθα σε επαφή, μετά τον Πόλεμο και Ειρήνη του Tolstoy (ένα βιβλίο το οποίο υπήρξε για μένα πραγματική αποκάλυψη στα σχολικά μου χρόνια και πάνω από μια εικοσαετία αργότερα συνεχίζει να με γοητεύει). Σε πολύ διαφορετικούς τόνους αλλά με την ίδια οξυδερκή ανάλυση χαρακτήρων και επιμονή στη λεπτομέρεια, οι Ανοιξιάτικες Βροχές με κατέκτησαν με το δικό τους τρόπο, ζωντανεύοντας συναρπαστικά την κοσμοπολίτικη Φρανκφούρτη του 19ου αιώνα και τις προσωπικές ιστορίες των ηρώων. Το ύφος των Ρώσων κλασικών χρωστά τη μοναδικότητά του στην περίτεχνη αλλά ουδέποτε άσκοπη υπεραναλυτικότητα που πολλοί απ' τους σύγχρονους συγγραφείς τείνουν συνήθως να αποφεύγουν, στερώντας απ' τα κείμενά τους το πολύτιμο συστατικό της ενδοσκόπησης, της συμπάθειας για όλα ανεξαιρέτως τα μυθιστορηματικά τους πρόσωπα και μαζί της φιλοσοφικής αποστασιοποίησης απ' το ίδιο τους το αντικείμενο, η οποία συμβάλλει ουσιαστικά στη διαχρονικότητα ενός δημιουργήματος.

Με όλο το σεβασμό στον Jerzy Skolimowski, "αυτουργό" της κινηματογραφικής εκδοχής των Ανοιξιάτικων Βροχών (ο οποίος κατά τα άλλα παραμένει ενδιαφέρουσα περίπτωση σκηνοθέτη), ένα πράγμα δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω: ΓΙΑΤΙ όποιος μεταφέρει λογοτεχνικά έργα στη μεγάλη οθόνη δεν αφήνει ήσυχη την πρωτότυπη πλοκή τους; Προς τι αυτή η μανία να "διορθώνουν" το συγγραφέα - και μάλιστα με τρόπο που τον αδικεί κατάφωρα; Η προσωπική παρέμβαση είναι ως ένα βαθμό θεμιτή, ώστε ο σκηνοθέτης και ο σεναριογράφος να αποφύγουν τυχόν τεχνικούς ή/και δραματουργικούς σκοπέλους ή ακόμα και να βάλουν την ξεχωριστή τους σφραγίδα στην ταινία. Μα όταν έχουν ήδη στα χέρια τους ένα εξαιρετικό έτοιμο υλικό, με ολοζώντανους χαρακτήρες, αβανταδόρικες σκηνές, διαλόγους και ευρήματα που "σπρώχνουν" την ιστορία αποτελεσματικά και αβίαστα, μπορεί κανείς να μου εξηγήσει τι στην ευχή τους πιάνει και του αλλάζουν τα φώτα; Και έστω ότι θέλουν να δώσουν τη δική τους εκδοχή ή ερμηνεία των μυθιστορηματικών γεγονότων, πράγμα που όντως δεν είναι κακό - τότε όμως δεν πρόκειται για κινηματογραφική μεταφορά αλλά για ελεύθερη διασκευή, όπου ο βαθμός ελευθερίας (ή ασυδοσίας) εξαρτάται αποκλειστικά απ' τον "πατριωτισμό" των διασκευαστών.

Παρά τα αξιόλογα σεναριογραφικά και σκηνοθετικά του διαπιστευτήρια (Μαχαίρι στο Νερό, Moonlighting, Τέσσερις Νύχτες με την Anna), ο Skolimowski δίνει εδώ την εντύπωση ότι γύρισε... μισό φιλμ. Ή τον "πιλότο" και σκόρπιες σκηνές από τα υπόλοιπα επεισόδια μιας μίνι σειράς, τα οποία ένωσε μεταξύ τους δίχως να τον απασχολεί αν έβγαζαν νόημα. Αλληλουχίες γεγονότων σημαντικές για την κατανόηση της πλοκής αποσιωπούνται αδικαιολόγητα, με αποτέλεσμα τα στιγμιότυπα να απογυμνώνονται απ' τα συμφραζόμενά τους και να χάνεται η αίσθηση οποιασδήποτε συνοχής και λογικής εξέλιξης. Την ίδια στιγμή, πολύτιμος κινηματογραφικός χρόνος σπαταλιέται σε άχρηστες "σφήνες" και παραγεμίσματα (ο... χορευτικός διαγωνισμός του Sanin και της Gemma, ας πούμε - εντυπωσιακός παρ' όλα αυτά ο Hutton στις φιγούρες του κοζάκικου χορού - ή η βόλτα με το αερόστατο και η συνάντηση της Maria με την Gemma, που δεν υπάρχουν καν στο βιβλίο). Πρόσωπα-κλειδιά στην υπόθεση του μυθιστορήματος, όπως ο Emil, που το τρυφερό και χαριτωμένο εφηβικό του "φλερτ" με τον Sanin φέρνει στην επιφάνεια τον ανοιχτό, παιχνιδιάρικο αλλά και ανώριμο χαρακτήρα του δεύτερου (αναπληρώνοντας κατά κάποιον τρόπο τις ιδιαίτερες στιγμές που λόγω εποχής και συνθηκών, ο Sanin δεν μπορούσε να έχει με ένα "καλό κορίτσι" σαν την Gemma, πριν έστω λογοδοθούν επίσημα και προϊδεάζοντας για την ευκολία με την οποία θα παρασυρθεί στη συνέχεια από τη Maria), ενώ στο τέλος, προδομένος απ' τον "ήρωά" του, γίνεται η Ερινύα του σε μια σύντομη αλλά ανατριχιαστικά φορτισμένη σκηνή, συρρικνώνονται σε απλά τεχνάσματα πλοκής ή τιμητικά cameos. Επίσης απουσιάζει παντελώς η έμφαση που δίνει ο Turgenev στη γνήσια, ανιδιοτελή αγάπη της Gemma και του Emil για τον Sanin - όπως τουλάχιστον την εκλαμβάνει και την εισπράττει ο ίδιος - σε αντιδιαστολή με την απληστία και τη διεστραμμένη σεξουαλικότητα του ζεύγους Polozov και του κύκλου τους και δεν θίγεται καν το θέμα της ανεντιμότητας του Sanin προς την οικογένεια Rosselli, αφήνοντας το θεατή να αναρωτιέται τι στο καλό εννοούσε τελικά ο ποιητής.

Αν και ιδιαζόντως ωραίοι και φωτογενείς ηθοποιοί, ο Timothy Hutton (Συνηθισμένοι Άνθρωποι, Αόρατος Συγγραφέας) και η Valeria Golino (Ο Άνθρωπος της Βροχής, Αθάνατη Αγαπημένη) ελάχιστη χημεία έχουν μεταξύ τους και ενσαρκώνουν σχεδόν γελοιογραφικά τα πρόσωπα που υποδύονται, σε σημείο ώστε το ρομάντζο τους (εκτός απ' την αισθητικά υπέροχη σκηνή της νυχτερινής τους συνάντησης κάτω απ' τη βροχή, όπου ο Skolimowski δείχνει να βρίσκει προσωρινά τον εαυτό του) να αποκτά χροιά μάλλον φαρσική. Όσο για την ψεύτικη προφορά τους (η οποία ήθελα να 'ξερα τίνος φαεινή ιδέα ήταν), αντί να προσδώσει αυθεντικότητα στο γεγονός ότι κι οι δυο είναι ξένοι σε μια γερμανική πόλη, κάνει απλώς τους διαλόγους τους ακατάληπτους. Κι η καημένη η Nastassja Kinski (Tess, Η Αγριόγατα) στον περίπλοκο, σαγηνευτικά σκιαγραφημένο στο βιβλίο ρόλο της αδίστακτης, αυταρχικής "ξελογιάστρας" Maria (που εδώ έχει λίγο πολύ ισοπεδωθεί) καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες να πείσει ως έκφυλη και ραδιούργα femme fatale, ασφυκτιώντας κάτω από μια περούκα μεγαλύτερη απ' αυτήν.

Η θαυμάσια φωτογραφία των Dante Spinotti (Frankie & Johnny, Ο Καθρέφτης Έχει Δυο Πρόσωπα) και Witold Sobocinski (τακτικού συνεργάτη του Wojciech J. Has, του Wajda και του Polanski) - η ερωτική εξομολόγηση του Sanin στην Gemma, το τσιγγάνικο γλέντι στο δάσος και το πολύχρωμο, σουρεαλιστικό βενετσιάνικο καρναβάλι του φινάλε, που ανακεφαλαιώνει την ιστορία σε στυλ Commedia dell'Arte και ωραιότατα θα μπορούσε να σταθεί ως μια πλήρης και αυτόνομη κινηματογραφική "ανάγνωσή" της, είναι ό,τι αξίζει απ' όλο το έργο - η ευαίσθητα "περιγραφική" μουσική του Stanley Myers (Ο Ελαφοκυνηγός, Ο Rosencrantz και ο Guildenstern Είναι Νεκροί) και μια εμφανής διάθεση φλεγματικού και ενίοτε υπερβατικού χιούμορ (το στυλάτο αλλά ανελέητο "ξεμπρόστιασμα" του θρασύδειλου, κουτοπόνηρου Klueber και του κοιλιόδουλου ηδονοβλεψία Polozov ή οι τελικές σκηνές όπου ο Sanin εμφανίζεται με στολή παλιάτσου, συμβολική του έσχατου εξευτελισμού του) δεν αρκούν ούτε για να συγκαλύψουν στοιχειωδώς την απουσία ενιαίας και συνεπούς σκηνοθετικής γραμμής, η οποία υποβιβάζει ένα λογοτεχνικό αριστούργημα σε μια επιεικώς συμπαθητική, αν και αρκετά ασυνάρτητη σπονδυλωτή άσκηση ύφους, αποτελούμενη από δυο διαφορετικά σενάρια με τον ίδιο πρωταγωνιστή (το ρομαντικό ειδύλλιο του Sanin με την Gemma και το σκοτεινό του πάθος για τη Maria), που παρατίθενται το ένα μετά το άλλο σχεδόν χωρίς προφανή λόγο και η σχέση ανάμεσά τους είναι ορατή μόνο σε όποιον έχει διαβάσει το βιβλίο. Σαν να αφηγείται κάποιος μια ιστορία απευθυνόμενος σε όσους ήδη την ξέρουν και ανταλλάσσοντας μαζί τους συνένοχες ματιές, δίχως όμως να βάζει στο νόημα τους υπόλοιπους.

(Αθήνα, Μάρτιος 2011)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό Fractal (2.11.17).

LIVE @ ΧΑΜΕΝΗ ΛΕΩΦΟΡΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια :