Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018

Hedda Gabler (2018)

Ψυχανάλυση και φεμινισμός σ' ένα εμβληματικό θεατρικό έργο

Hedda Gabler

Πάνω από έναν αιώνα μετά τη δημιουργία της, η Hedda Gabler - ένα από τα πιο αινιγματικά, ίσως, θεατρικά πρόσωπα και εμβληματικό γι' αυτόν ακριβώς το λόγο - δεν παύει να προσελκύει τους σκηνοθέτες παγκοσμίως, καθώς και να αποτελεί εξαίρετη διαχρονική πρόκληση για τις ηθοποιούς που την υποδύονται. Η (έκδηλη σε αρκετά από τα έργα του) γοητεία που ασκούσαν στον "πατέρα" της, πρωτοπόρο Νορβηγό συγγραφέα Henrik Ibsen, οι επιστημονικές έρευνες και αντιλήψεις της εποχής του στο πεδίο των ψυχικών ασθενειών, του έδωσε το έναυσμα και το υλικό ώστε να πλάσει μια ηρωίδα με ιδιόμορφη δραματουργική δυναμική, αλλά και με έντονο πραγματολογικό ενδιαφέρον. Διότι η προσωπικότητα της Hedda Gabler, όπως σκιαγραφείται μέσα απ' το ομότιτλο έργο, παρουσιάζει γνωρίσματα που η ψυχιατρική και η καινοφανής, τότε, ψυχαναλυτική επιστήμη είχαν μόλις αρχίσει να τα προσεγγίζουν με προθέσεις ουσιαστικής κατανόησης, αντί να τους κολλούν συλλήβδην την ταμπέλα της "τρέλας" ή της "υστερίας".

Το ότι το πρόσωπο που φέρει τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά είναι γυναίκα, μας δίνει ένα επιπλέον στοιχείο για τη νοοτροπία του καιρού εκείνου: αν και σε κάπως μικρότερο βαθμό απ' ό,τι παλιότερα, οι γυναίκες εξακολουθούσαν να θεωρούνται εκ φύσεως ψυχικά αδύναμες, επιρρεπείς σε πνευματική αστάθεια. Ο Ibsen αποφεύγει, βέβαια, να κατονομάσει τη διαταραχή της Hedda, η οποία είναι μάλλον ευνόητη για τους σημερινούς θεατές και αναγνώστες - στα μάτια των συγχρόνων του, ωστόσο, τα συμπτώματά της μπορεί να μην ήταν παρά μια ακραία εκδήλωση της αναμενόμενης γυναικείας συμπεριφοράς.

Κόρη στρατηγού, εμφανίσιμη και καλομαθημένη, η νιόπαντρη Hedda επιστρέφει χωρίς μεγάλα κέφια και... "ολίγον" έγκυος από το ταξίδι του μέλιτος. Ο σύζυγός της, ο ευσυνείδητος, χαμηλών τόνων λόγιος Jorgen Tesman, ετοιμάζεται να διεκδικήσει πανεπιστημιακή έδρα, έχοντας μακάρια άγνοια της πλήξης και της γενικής απογοήτευσης απ' την οποία υποφέρει η γυναίκα του. Αφοσιωμένος στη μελέτη του και ικανοποιημένος με τις πεζές μικροχαρές της καθημερινότητας, ελπίζει σε μια ομαλή συζυγική ζωή, της οποίας η πιο συναρπαστική εξέλιξη θα ήταν ο ερχομός ενός παιδιού. Η Hedda, αντίθετα, δεν ευχαριστιέται ούτε συγκινείται με τίποτα απολύτως, φιλοδοξώντας να πραγματοποιήσει κάτι "ηρωικό και ωραίο" - αν όχι η ίδια, τουλάχιστον διά μέσου κάποιου άλλου. Ο ιδεώδης υποψήφιος γι' αυτό εμφανίζεται αναπάντεχα με τη μορφή του ταλαντούχου συγγραφέα Eilert Lovborg, πρώην αγαπημένου της, αλκοολικού σε απεξάρτηση και ανταγωνιστή του Jorgen για την πανεπιστημιακή έδρα. Με μια σημαντική, όμως, παρενέργεια: τον Eilert ακολουθεί η παλιά συμμαθήτρια της Hedda και παιδική φίλη του Jorgen, Thea Elvsted, η οποία βρήκε το κουράγιο να απεμπλακεί από το δικό της αδιέξοδο γάμο και σκοπεύει να ομολογήσει τον έρωτά της στον Eilert. Η παρουσία της καλοπροαίρετης θείας του Jorgen και - κυρίως - του παρεμβατικού, με το υπερβάλλον θάρρος της οικογενειακής φιλίας, δικαστή Brack απειλούν να ανατρέψουν ανά πάσα στιγμή τις ήδη επισφαλείς ισορροπίες. Στο μεταξύ, η Hedda αγωνίζεται με κάθε μέσον να υλοποιήσει τα επικίνδυνα οράματά της, αυτοσχεδιάζοντας πάνω στις διαρκώς μεταβαλλόμενες περιστάσεις...

Λόγω της τολμηρής θεματολογίας και του αβανταδόρικου κεντρικού του ρόλου, το έργο γνώρισε πλήθος παραγωγών σε διεθνές επίπεδο, καθώς και διασκευές (έχει μετατραπεί ως και σε όπερα), ενώ την ηρωίδα του έχουν ενσαρκώσει πολυάριθμες φημισμένες ηθοποιοί. Η ασάφεια του Ibsen ως προς τα βαθύτερα κίνητρα της Hedda - παρ' ότι ο ίδιος προτιμούσε την ερμηνεία του ρόλου σε τόνους ήπιους, προκειμένου να μεγιστοποιείται ο αιφνιδιασμός της κατάληξης - προσφέρει τόσο στους σκηνοθέτες, όσο και στην εκάστοτε πρωταγωνίστρια την ευχέρεια να τα διαχειριστούν ποικιλοτρόπως. Η ψυχική διαταραχή της Hedda υποδεικνύεται στο κείμενο μέσω της αντίθεσης του κόσμιου και σχεδόν ψυχρού της παρουσιαστικού με τις σπασμωδικές και αλλοπρόσαλλες, συχνά παράτολμες πράξεις της. Στην εκδοχή που παρακολουθήσαμε στο Θέατρο κάτω από τη Γέφυρα, ο σκηνοθέτης και διασκευαστής του έργου Γιάννης Δρίτσας - ο οποίος κρατά επίσης το ρόλο του Eilert - επιλέγει να εικονογραφήσει και σωματικά την "ψυχοπάθεια" της ηρωίδας, εξωτερικεύοντάς την. Η δική του Hedda Gabler θυμίζει σκανταλιάρικο ξωτικό ή άταχτο παιδί, που έχει χάσει το μέτρο του παιχνιδιού του και τα καμώματά του παίρνουν, σχεδόν άθελά του, μοιραία τροπή: ασφυκτιώντας μέσα σε μια πραγματικότητα με την οποία πεισματικά αρνείται να συμπράξει, αποπειράται να της επιβληθεί κυριολεκτικά με τα όπλα. Πόσο ισχυρό όμως είναι ένα πιστόλι - ή ακόμα και δύο - μπροστά στον πυκνό ιστό από αιτίες, αποτελέσματα και τυχαία συμβάντα που ακατάπαυστα ξεδιπλώνεται δίπλα μας, γύρω μας και, σε μεγάλο βαθμό, ερήμην του καθενός μας;

Η αβάσταχτη αυτή απελπισία της Hedda, όταν, στο τέλος, συνειδητοποιεί τη ματαιότητα όλων των μεγαλεπήβολων σχεδίων και των καταχθόνιων μηχανευμάτων της, την πλήρη απροθυμία του πεπρωμένου να καμφθεί από τη θέλησή της, αποδίδεται εδώ θαυμάσια από την πρωταγωνίστρια Αννίτα Κούλη - η οποία, λεπτοκαμωμένη και ανάλαφρη, με ευλυγισία χορεύτριας, "ενδύεται" πειστικά και με άνεση τον πολύπλευρα απαιτητικό της ρόλο. Κινούμενη εξαρχής σε ανεβασμένους τόνους, μας οδηγεί σε μια πολλαπλάσιας έντασης κορύφωση του δράματος, αυξάνοντας έτσι την αντίστοιχη - και τόσο προσφιλή στον Ibsen - δόση τραγικής ειρωνείας που εξ ορισμού εμπεριέχεται σ' αυτήν. Στον εκ διαμέτρου αντίποδά της, η Thea της (ιδανικής στο συγκεκριμένο ρόλο, ιδιοσυγκρασιακά όσο και φυσιογνωμικά) Χριστίνας Κουλουμπή είναι μια ελκυστικά γήινη, ζεστή παρουσία που εκπέμπει ειλικρίνεια και καλοσύνη. Πλάι τους, η εξαιρετική Μαριάννα Λαγουρού ως θεία Juliane συμπληρώνει το γυναικείο cast, ενώ η υπηρέτρια Bertha ακούγεται μονάχα από τα παρασκήνια, δίχως να εμφανίζεται καθόλου επί σκηνής.

Τα αντρικά πρόσωπα του έργου λειτουργούν με τρόπο ιδιαζόντως ενδιαφέροντα. Το καθένα τους βρίσκει τον ακριβή ή περίπου αντικατοπτρισμό του σ' έναν από τους γυναικείους χαρακτήρες, διαδραματίζοντας ρόλο συνοδευτικό και ποτέ αμιγώς καταλυτικό. Ως και ο αδίστακτος, ερωτικά "παμφάγος" - από ένα δικό του απόφθεγμα προήλθε, μάλιστα, η έκφραση "ιψενικό τρίγωνο" - δικαστής Brack (τον οποίο υποδύεται με απολαυστικό μπρίο ο φωτογενής Απόστολος Κρίτσας), που επιχειρεί με τη σειρά του να επηρεάσει υπογείως τα τεκταινόμενα, δεν είναι παρά ένα θορυβώδες γρανάζι στον ευρύτερο μηχανισμό των πραγμάτων. Ο αξιαγάπητα άδολος και καλόκαρδος Jorgen Tesman του Αυγουστίνου Ρεμούνδου και ο "φευγάτος" Eilert Lovborg του Γιάννη Δρίτσα βγάζουν στην επιφάνεια και υπογραμμίζουν, με τα ταμπεραμέντα και τη συμπεριφορά τους, τη μόνιμη αίσθηση του ανικανοποίητου που κατατρώει την Hedda και, ταυτόχρονα, την έμφυτη προσαρμοστικότητα και τις δυνατότητες προσωπικής ανάπτυξης που διακρίνουν την Thea. Από την άποψη αυτή, θα λέγαμε ότι η Hedda Gabler είναι έργο κατά βάση φεμινιστικό, με την έννοια ότι οι γυναίκες έχουν, τελικά, κυρίαρχη θέση - είτε προσπαθώντας συνειδητά και διά της βίας, είτε κατορθώνοντας με ηπιότητα και υπομονή, να βάλουν τη σφραγίδα τους στη ροή των γεγονότων. Εξάλλου, η ηρωίδα, αν και παντρεμένη, μας συστήνεται με το πατρικό της επώνυμο: πράγμα ιδιαίτερα σημαδιακό στα χρόνια του Ibsen, μια και εκτός του ότι υπονοεί τη συναισθηματική απουσία της Hedda από τον ίδιο της το γάμο, τονίζει συγχρόνως και την ανεξαρτησία της, το ότι δεν "ανήκει" ούτε υποτάσσεται σε κανέναν.

Άλλο ένα αξιοπρόσεκτο στοιχείο της παράστασης είναι η χρωματική παλέτα των όμορφων κοστουμιών που επιμελήθηκαν οι ίδιοι οι συντελεστές και η οποία παίζει με συνδυασμούς ασπρόμαυρων μοτίβων, θολώνοντας και, ενίοτε, αντιστρέφοντας την "παραδοσιακή" σημειολογία του λευκού και του μαύρου. Είτε πρόκειται για σκηνοθετική είτε για καθαρά σκηνογραφική επιλογή, το εύρημα είναι ευφυές. Οι φωτισμοί των Mπίλλυ Γιαννακόπουλου & Ορέστη Ψάλτη ολοκληρώνουν αισθητικά το αποτέλεσμα.

(Αθήνα, Δεκέμβριος 2018)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό Διάστιχο (29.12.18). Οι παραστάσεις του έργου δίνονται από τις 29 Οκτωβρίου 2018 και κάθε Δευτέρα και Τρίτη, στην κεντρική σκηνή του Θεάτρου κάτω από τη Γέφυρα στο Νέο Φάληρο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :