Δευτέρα 4 Ιουνίου 2018

Αφέντες & Αφεντικά (2018)

Αφεντικά και "δούλοι" σε παιχνίδια εξουσίας

The Admirable Crichton

Ο Υπέροχος Crichton (όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος - The Admirable Crichton στα Αγγλικά) είναι έργο του συγγραφέα που χάρισε στη λογοτεχνία για παιδιά (και όχι μόνο) έναν από τους πιο κοσμαγάπητους και εμβληματικούς της ήρωες, τον Peter Pan. Στη φετινή παράσταση από το Θεατρικό Εργαστήρι του Δήμου Καλλιθέας, που ανέβηκε στο Δημοτικό Θέατρο Καλλιθέας τον Απρίλιο, σε διασκευή και σκηνοθεσία του Γιώργου Γαλάντη και μετάφραση του Κώστα Φουστέρη, ο τίτλος εύστοχα και έξυπνα μετατράπηκε σε Αφέντες & Αφεντικά, παίζοντας με τις δυο περίπου συνώνυμες, ομόρριζες λέξεις προκειμένου να αποδοθεί η βαθύτερη ουσία του θεατρικού κειμένου. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι, εξάλλου, η αναφορά του αρχικού τίτλου σε ένα ιστορικό πρόσωπο, τον ιδιοφυή Σκοτσέζο καλλιτέχνη, πανεπιστήμονα και αθλητή του 16ου αιώνα James Crichton, ο οποίος δολοφονήθηκε από αντιζήλους του σε ηλικία 21 μόλις ετών. Κωμωδία με έντονο το στοιχείο του κοινωνικού σχολιασμού, Ο Υπέροχος Crichton γράφτηκε το 1902 και περιέχει επίσης παραπομπές σε έργα όπως Η Σημασία του να Είσαι Σοβαρός (1894) του Oscar Wilde και Η Νήσος του Robinson (1896) του Γερμανού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Ludwig Fulda, εμπνευσμένο από το κλασικό μυθιστόρημα του Daniel Defoe, Robinson Crusoe (1719).

Κεντρικό πρόσωπο του Υπέροχου Crichton είναι ο συνεπώνυμος μπάτλερ μιας πλούσιας αγγλικής οικογένειας, της οποίας ηγείται ο προοδευτικός λόρδος Loam, πολιτικός και πατέρας τριών κοριτσιών μαθημένων στην τεμπελιά και αφημένων ολοκληρωτικά στη φροντίδα του υπηρετικού προσωπικού. Ο λόρδος διατείνεται πως ο διαχωρισμός των κοινωνικών τάξεων είναι βεβιασμένος και τεχνητός - για να αποδείξει, μάλιστα, τις ιδέες του, οργανώνει τακτικά δεξιώσεις στις οποίες οι ρόλοι των αφεντικών και των υπηρετών αντιστρέφονται. Όμως ο Crichton, ως υποδειγματικός μπάτλερ, επικρίνει με σθένος τις απόψεις του εργοδότη του, έχοντας την πεποίθηση ότι οι ταξικές διακρίσεις είναι προϊόν καθαρά φυσικής επιλογής και αρμόζουν σε μια πολιτισμένη κοινωνία. Όταν, στη διάρκεια ενός ταξιδιού με πλοίο, η οικογένεια μαζί με τους υπηρέτες ναυαγεί σ' ένα έρημο νησί, οι αντιλήψεις του λόρδου αλλά και οι αντιρρήσεις του Crichton θα δοκιμαστούν με άτεγκτο όσο και θεαματικό τρόπο...

Η επιλογή των λέξεων "αφέντης" και "αφεντικό" για τον τίτλο της παράστασης του Εργαστηρίου είναι ευφυέστατη, υπαινισσόμενη την πολλαπλή και πολυδιάστατη διελκυστίνδα εξουσίας που διαδραματίζεται στη σκηνή και ανατέμνεται με ανηλεή καυστικότητα από το συγγραφέα J. M. Barrie. Στα σαλόνια της αριστοκρατίας, φύσει και θέση "αφέντης" θεωρείται ο κάτοχος περιουσίας και τίτλου που του επιτρέπουν να έχει άλλους στη δούλεψή του, ώστε να απαλλάσσεται ο ίδιος από τις "πεζές" έγνοιες της καθημερινότητας. Κι αυτοί, ωστόσο, με τη σειρά τους υπακούν σε μια εσωτερική δομή με τις δικές της διαβαθμίσεις και "ανισότητες". Κατά βάθος δεν πρόκειται μόνο για ταξική διαφορά, μα και - κυρίως - για σχέση εργασίας, συνυφασμένη εκ των πραγμάτων με την κοινωνική διαστρωμάτωση. Σύμφωνα με τη θεωρία του λόρδου Loam (ο οποίος, βέβαια, μιλά και ενεργεί εκ του ασφαλούς), αν οι συνθήκες που ευνοούν και ρυθμίζουν το συγκεκριμένο καθεστώς εκλείψουν, αυτόματα θα καταργηθεί και η κοινωνική όσο και εργασιακή ιεραρχία. Στην πράξη, όμως, θα διαπιστώσει ότι δεν είναι ακριβώς έτσι.

Προικισμένος με ηγετικές ικανότητες που ήδη έβρισκαν την εφαρμογή τους στην άψογη εκτέλεση των καθηκόντων του ως μπάτλερ και επικεφαλής των υπόλοιπων υπηρετών, ο χαρισματικός Crichton παίρνει τη νέα κατάσταση στα χέρια του και χωρίς κανείς να καλοκαταλάβει πώς, γίνεται εκείνος το "αφεντικό", για του οποίου την έγκριση και την αποδοχή κονταροχτυπιούνται τώρα οι "αφέντες" του. Έξω από τα νερά τους, στερημένοι από τις πολυτέλειες της αστικής ευωχίας και εκτεθειμένοι στους κινδύνους ενός αδάμαστου φυσικού περιβάλλοντος, αναγκάζονται να δραστηριοποιηθούν, να κοπιάσουν - και με τόκο - για να εξασφαλίσουν όλα όσα θεωρούσαν ως τότε δεδομένα και εξ ορισμού δουλειά κάποιων άλλων. Η αντιστροφή των κοινωνικών ρόλων, που για το λόρδο Loam ήταν κάποτε μια πρόσκαιρη, ανώδυνη διασκέδαση την οποία ο ίδιος επέβαλλε και εξακολουθούσε να ελέγχει, όταν συμβαίνει έμπρακτα και μέσα σε "αχαρτογράφητο" χώρο, αναπόφευκτα διέπεται από δικούς της, απρόβλεπτους κανόνες. Και φυσικά, θα έχει και τις ανάλογες απροσδόκητες, είτε παροδικές είτε μη αναστρέψιμες "παρενέργειες".

Το έργο είναι αρκετά πολυπρόσωπο, με χαρακτήρες οι οποίοι ταιριάζουν γάντι στα μέλη του Εργαστηρίου που τους επωμίζονται. Ο πανύψηλος και πληθωρικός στο ταμπεραμέντο Κώστας Γιαννατσής είναι ιδανικός λόρδος Loam, ενώ ο Νίκος Λιβανός υποδύεται με εντυπωσιακή ευελιξία το "σιδερωμένο" μπάτλερ που μεταμορφώνεται σε αδέκαστο αρχηγό μιας ετερόκλητης ομάδας, αρχικά απρόθυμης να αντιμετωπίσει τους ανοίκειους όρους διαβίωσης, συνύπαρξης και συνεργασίας. Η Σοφία Μανασίδου, η Νατάσα Κυριακοπούλου και η Αθηνά Ασημάκη ενσαρκώνουν με εξαιρετική φινέτσα και χάρη τις τρεις καλομαθημένες κόρες του λόρδου, Lady Mary, Catherine και Agatha αντίστοιχα, οι οποίες άξαφνα βλέπουν τη βολική ρουτίνα της απραξίας τους να γυρίζει στην κυριολεξία ανάποδα. Τους ρόλους των υπηρετών αναλαμβάνουν με απολαυστικό μπρίο και λεπτά αυτοσαρκαστική διάθεση οι Κατερίνα Μανασάκη (Tweeny), Ευαγγελία Κληρονόμου (Κυρία Perkins), Ευάγγελος Σμυρναίος (σε διπλό ρόλο ως σεφ της οικογένειας και αξιωματικός του πλοίου που θα περιμαζέψει τελικά τους ναυαγούς), Στέλλα Πάτσου (Κυρία Fisher), Ευαγγελία Κυριακίδου (Κυρία Simmons) και Σπυριδούλα Ματσιμάνη (Mademoiselle Jeanne). Η Ιουλία Καστρίτση και ο Γιώργος Παπακωστόπουλος είναι θαυμάσιοι ως λαίδη και λόρδος Bockhurst - αυστηρή, ξιπασμένη μητέρα και επιπόλαιος, κακομαθημένος αλλά και καταπιεσμένος γιος - που εκπροσωπούν την καθεστηκυία τάξη με όλες τις εθελότυφλες εμμονές και τις απωθημένες αντιφάσεις και συγκρούσεις της. Πολύ καλοί είναι επίσης ο Κώστας Διαμαντόπουλος ως κληρικός Treherne, ο Γιώργος Χιονίδης ως αμαξάς Tompsett και ο Κώστας Φουστέρης, που πραγματοποίησε και την ωραία μετάφραση (την πρώτη του έργου στα Ελληνικά), ως Ernest Woolley, ανιψιός του λόρδου Loam.

Η σκηνοθεσία του Γιώργου Γαλάντη (ο οποίος φιλοτέχνησε και την αφίσα του έργου) είναι όπως πάντα σφιχτοδεμένη και ευρηματική, γεμάτη ρυθμό και ζωντάνια: εκμεταλλεύεται και αξιοποιεί κάθε χιλιοστό του σκηνικού χώρου για να προβάλει την άμεμπτα οργανωμένη κίνηση των ηθοποιών, να υπογραμμίσει το άμεσα ορατό και να υπονοήσει με σαφήνεια το αθέατο. Πολλά συγχαρητήρια αξίζουν, ακόμα, στην πρωτοβουλία του να φέρει το ελληνικό κοινό σε επαφή με ένα σημαντικό θεατρικό έργο που ενώ έχει σημειώσει μεγάλη διεθνή επιτυχία, τόσο στη σκηνή όσο και στην οθόνη, στη χώρα μας είναι μάλλον άγνωστο (η ελληνική ταινία των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου Όταν Λείπει η Γάτα!, γυρισμένη το 1962, πιθανώς βασίζεται εν μέρει στο κείμενο αυτό). Οι φωτισμοί του Λουκά Γεωργιάδη, η επιμέλεια ήχου του Δημοσθένη Παρθενόπουλου και το ιδιαίτερα κατατοπιστικό πρόγραμμα της παράστασης - που καλό είναι να διαβαστεί πριν την παρακολούθησή της - συμβάλλουν καίρια στην αισθητική και ουσιαστική αρτιότητα του συνόλου.

(Αθήνα, Ιούνιος 2018)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό Fractal (6.6.18), συνοδευόμενο από δικό μου φωτογραφικό υλικό.

Δεν υπάρχουν σχόλια :