Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Το Πλάσμα (1987)

Δράση, χιούμορ, συγκίνηση

The Hidden

Πανικός στους δρόμους του Λος Άντζελες: φιλήσυχοι κι ευϋπόληπτοι, υπεράνω πάσης υποψίας πολίτες αρχίζουν αίφνης να επιδίδονται σε ακραίες πράξεις βίας, κλέβοντας πανάκριβα αυτοκίνητα, ληστεύοντας τράπεζες και "γαζώνοντας" ανεξέλεγκτα όποιον βρεθεί μπροστά τους. Την υπόθεση αναλαμβάνει ο νεαρός αστυνομικός Tom Beck (Michael Nouri), ο οποίος αναγκάζεται να συνεργαστεί (μάλλον απρόθυμα) με τον ιδιόρρυθμο και μυστηριώδη πράκτορα του FBI, Lloyd Gallagher (Kyle MacLachlan). Στο μεταξύ, η αιτία του κακού αποκαλύπτεται στους θεατές πριν την πάρει είδηση η αστυνομία - ένα αηδιαστικό εξωγήινο ον καταλαμβάνει ανθρώπινα (και όχι μόνο) σώματα και ξαμολιέται για να καταπατήσει ό,τι νόμο υπάρχει. Πρόκειται για έναν... διαγαλαξιακό εγκληματία απ' τον πλανήτη Altair, ο οποίος έχει αδυναμία στα γρήγορα αμάξια, τα όπλα και τη hard rock μουσική και η μόνη λέξη που ξέρει είναι "θέλω". Ενώ ο Gallagher - που έχει τα δικά του μυστικά - αγωνίζεται να πείσει τον Beck πως αυτό που κυνηγούν ξεφεύγει από τα συνηθισμένα και χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση, τα μυαλά του Πλάσματος παίρνουν όλο και περισσότερο αέρα, ώσπου αποφασίζει να γίνει πρόεδρος της Αμερικής...

Εντυπωσιακά για την εποχή εφέ, δράση που κόβει την ανάσα (και το αίμα), έξυπνο χιούμορ αλλά και συγκίνηση σε μια "διαφορετική" ταινία η οποία δύσκολα μπαίνει σε καλούπια, συνδυάζοντας άψογα τους ιλιγγιώδεις ρυθμούς της περιπέτειας με την ανελέητη κοινωνική σάτιρα και μια αναπάντεχα ευαίσθητη και οξυδερκή διερεύνηση των ανθρώπινων σχέσεων. Με τη σύμπραξη της σφιχτοδεμένης σκηνοθεσίας του Jack Sholder (Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες Νο. 2, Απόδραση από τη Φωλιά του Κούκου) και αμέριστη ερμηνευτική υποστήριξη από τους ηθοποιούς, το καλογραμμένο σενάριο του Jim Kouf (Σκοτεινός Άγγελος, Φαντάσματα) εναλλάσσει τον αιματηρό παραλογισμό του έξω κόσμου με φρενήρη στιγμιότυπα αστικής καθημερινότητας και μέσα σ' όλα, βρίσκει το χρόνο να χτίσει χαρακτήρες που προσελκύουν το ενδιαφέρον και τη συμπάθεια του θεατή.

Το πιο πανούργο εύρημα του φιλμ είναι η φύση του ουσιαστικού πρωταγωνιστή του: το αποτρόπαιο Πλάσμα (ο Κρυμμένος, σε κυριολεκτική μετάφραση του τίτλου, The Hidden) είναι αόρατο στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, αυτό όμως δεν το εμποδίζει να υπάρχει, να μεταλλάσσεται και να σπέρνει τον όλεθρο. Σε μια δεύτερη "ανάγνωση", θα μπορούσε να συμβολίζει κάποια πανδημία (π.χ. το AIDS, που σημάδεψε τη δεκαετία του '80) ή το αποκρουστικό, αναίσθητο και ανεγκέφαλο κτήνος που κρύβεται μέσα στον καθένα, απ' τον πιο ταπεινό ανθρωπάκο ως τους λειτουργούς της ανώτατης εξουσίας - θύτης και θύμα της αδηφάγου καταναλωτικής μανίας και της κούφιας φιλοδοξίας που μαστίζουν τις σύγχρονες κοινωνίες. Οι διαδοχικές "μετενσαρκώσεις" του γεννούν έναν καταιγισμό από εσκεμμένα κωμικοτραγικές σκηνές ανθολογίας, με κορυφαίες την κατάληψη του σώματος μιας πληθωρικής stripper (Claudia Christian), στη συνέχεια ενός... σκύλου (Jake) - μάλιστα ο σκηνοθέτης σε σχόλιό του εξηγεί ότι προκειμένου να αποκτήσουν τη μανιέρα που δίνει στους θεατές να καταλάβουν ποια πρόσωπα ελέγχονται από το Πλάσμα, οι ηθοποιοί αντέγραψαν την επιθετική συμπεριφορά του σκυλιού - και τέλος ενός γερουσιαστή (John McCann) υποψήφιου για το προεδρικό αξίωμα.

Σ' έναν απ' τους σημαντικούς ρόλους της κινηματογραφικής του καριέρας, ο ωραίος Ιρλανδοϊρακινός Michael Nouri (Flashdance, Victor/Victoria) υποδύεται με άνεση και νεύρο τον ευσυνείδητο, προσγειωμένο εκπρόσωπο της έννομης τάξης ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με γεγονότα και καταστάσεις που αντιβαίνουν δραστικά στη λογική του. Απέναντί του, ο μόλις εικοσιοχτάχρονος τότε Kyle MacLachlan - που ο David Lynch τον είχε ήδη ανακαλύψει και επιβάλει ως ηθοποιό φετίχ του με το Dune και το Μπλε Βελούδο (και θα τον καθιέρωνε λίγο αργότερα στην πρωτοποριακή τηλεοπτική σειρά Ο Ύποπτος Κόσμος του Twin Peaks) - ενσαρκώνει ιδανικά το "αλλιώτικο", διφορούμενα ελκυστικό, σχεδόν ανδρόγυνο ον που βάζει σε δοκιμασία όλα όσα ο Beck πίστευε και πρέσβευε ως τότε. Παρά τις αντιθέσεις τους, που δεν θα μπορούσαν να είναι πιο χτυπητές και την παγερή υποδοχή που αρχικά του επιφυλάσσει ο Beck, απ' την πρώτη στιγμή ο Gallagher τον παίρνει υπό την προστασία του και αφοσιώνεται τυφλά σ' αυτόν. Για τον Beck, ωστόσο, τα πράγματα εξακολουθούν να μην είναι εξίσου αυτονόητα - ιδίως όταν αντιλαμβάνεται πως και η μικρή του κόρη Juliet (Kristen Clayton) έχει τραβήξει την προσοχή του Gallagher με τρόπο αρκετά παράδοξο. Σύντομα όμως πληροφορούμαστε το τραγικό παρελθόν του Gallagher, το οποίο δικαιολογεί την ιδιαίτερη αυτή έλξη προς τον Beck και την κόρη του, ενώ οι επιφυλάξεις απ' την πλευρά του Beck δεν αργούν να δώσουν τη θέση τους στην αποδοχή και την εμπιστοσύνη και να οδηγήσουν σε μια θερμή φιλία που κλιμακώνεται με ένταση και πειστικότητα, χάρη στην απρόσμενα εκρηκτική χημεία μεταξύ Nouri και MacLachlan.

Μια άλλη ευπρόσδεκτη πρωτοτυπία είναι τα κίνητρα του "εχθρού": δεν πρόκειται για μια ακόμα στερεοτυπική περίπτωση εξωγήινης αρχομανούς διάνοιας που επιτίθεται στη Γη με συνειδητή πρόθεση να την κατακτήσει, αλλά για έναν κοινό κακοποιό χωρίς ηθικούς φραγμούς, ο οποίος βρέθηκε κατά τύχη σ' έναν άλλο πλανήτη και απλώς εκμεταλλεύεται τις περιστάσεις για να ικανοποιήσει τις ασυγκράτητες ληστρικές του επιθυμίες. Η βεντέτα του με τον Gallagher είναι καθαρά προσωπική, δίχως καμιά συμπαντικού βεληνεκούς σημασία ή απήχηση. Δεν παύει όμως να είναι ένας στυγνός κι επικίνδυνος δολοφόνος, που σ' έναν μακρινό χωροχρόνο στέρησε απ' τον Gallagher την οικογένεια και τον καλύτερό του φίλο. Σε μια ειρωνική επανάληψη της ιστορίας, πυροβολεί εν ψυχρώ τον Beck μπροστά στα μάτια του συντετριμμένου Gallagher, ο οποίος ρίχνεται με μανία στο κυνήγι του Πλάσματος, για να καταλήξει και ο ίδιος τραυματίας στην κλινική όπου χαροπαλεύει ο Beck.

Συνειδητοποιώντας ότι ο φίλος του δεν έχει ελπίδες να επιζήσει, ο Gallagher μπαίνει κρυφά στο θάλαμό του και του δίνει (κυριολεκτικά) το φιλί της ζωής: αν και η διαδικασία δεν παραλλάσσει από εκείνη με την οποία το Πλάσμα εγκαθίσταται ως παράσιτο στον εκάστοτε ξενιστή, ο σκηνοθέτης εδώ τολμά να αντιστρέψει διαμετρικά την οπτική του - "μεταμφιέζοντας" τη σχετικά αναμενόμενη, αν όχι και αναπόφευκτη, εξέλιξη σε ιδιοφυές τέχνασμα πλοκής - και να μας χαρίσει μια υπέροχη, συγκλονιστικά τρυφερή, οριακά ερωτική σκηνή που ο MacLachlan την παίρνει όλη πάνω του, κλέβοντας το φακό με την απόκοσμη ομορφιά του και αποδεικνύοντας την ικανότητά του να συμπυκνώνει ένα χαώδες καλειδοσκόπιο συναισθημάτων σε μια κίνηση, ένα βλέμμα. Με τη μινιμαλιστική ερμηνεία του στο ρόλο του αινιγματικά αιθέριου, γοητευτικά αλλόκοτου μα και αποφασισμένου όντος (κάτι ανάμεσα στον Άνθρωπο που Έπεσε στη Γη και τον Starman) που απ' τη μια τα βάζει ολομόναχο με μια αδίστακτη διαπλανητική απειλή κι απ' την άλλη σηκώνει τα χέρια ψηλά μπροστά σ' ένα πιρούνι, ένα αναβράζον δισκίο ή μια ασπιρίνη, αποδίδει απέριττα και συγκινητικά (και ενίοτε με δόσεις πικρού χιούμορ) τη μοναχική, βαθιά θλιμμένη φιγούρα που περιφέρεται ανάμεσα στα πτώματα γυρεύοντας εκδίκηση και αποζητώντας τη ζεστασιά της φιλίας και της οικογένειας που τόσο βάναυσα έχασε. Η "θυσία" του Gallagher προκειμένου να "αναστήσει" τον Beck και συγχρόνως να συνεχίσει να ζει μέσα απ' αυτόν, αποκαθιστά μια έστω και κατά συνθήκην μορφή δικαιοσύνης (παρ' όλο που μονάχα οι θεατές γνωρίζουν τι ακριβώς έχει συμβεί - και το μοναδικό απ' τα πρόσωπα του έργου που είναι σε θέση να το υποψιαστεί δεσμεύεται σε σιωπή από τα ίδια του τα αντιφατικά συναισθήματα).

Συμπαγές, καίριο και προσεγμένο στις λεπτομέρειες, Το Πλάσμα είναι ένα B movie με αξιώσεις κι ένα άδικα παραγνωρισμένο διαμαντάκι, υπόδειγμα του τι μπορεί κανείς να καταφέρει με πενιχρά μέσα και πλούτο δημιουργικής εφευρετικότητας: οι τυχόν τεχνικές ατέλειες μετατρέπονται σε καλλιτεχνική άποψη και οι όποιες ανακολουθίες ή απιθανότητες σχεδόν περνούν απαρατήρητες, χάρη στην εμπνευσμένη κινηματογράφηση (Jacques Haitkin) που δεν φοβάται τις αφαιρετικές, ή ακόμα και ξεκάθαρα ποιητικές υπερβάσεις (όπως η καταδίωξη της νεκροζώντανης stripper στην αποθήκη με τις διαμελισμένες κούκλες βιτρίνας, φόρος τιμής στον Stanley Cubrick - την οποία, παρεμπιπτόντως, οι δημιουργοί των παιχνιδιών Silent Hill με τη σειρά τους "δανείστηκαν" σχεδόν πλάνο προς πλάνο για το τρίτο επεισόδιο της σειράς) και το γοργό, επιδέξιο μοντάζ (Michael N. Knue και Maureen O'Connell). Αν υπάρχει όντως ένα "μείον", δεν είναι άλλο από την άνιση και ελαφρώς αλλοπρόσαλλη μουσική επένδυση του Michael Convertino (εξαιτίας της οποίας ο σκηνοθέτης έμεινε για πολλά χρόνια τσακωμένος με τον Nouri, που όντας και ο ίδιος μουσικός, είχε αντιρρήσεις - και με το δίκιο του - για τις υφολογικές επιλογές του soundtrack).

Το ανατρεπτικό φινάλε άφηνε ανοιχτή την πιθανότητα ενός sequel, που δεν παρέλειψε να έρθει, αν και με έξι χρόνια καθυστέρηση (1993), φέροντας τον "ευφάνταστο" τίτλο Το Πλάσμα 2 (The Hidden II) σε σενάριο και σκηνοθεσία Seth Pinsker - οι μοναδικές αξιόλογες δουλειές του οποίου είναι η αντιρατσιστική ταινία μικρού μήκους Strange Fruit (1979) και τρία επεισόδια της παιδικής τηλεοπτικής σειράς CBS Library - και με τον Raphael Sbarge (Οι Σκοτεινές Business Ενός Πρωτάρη, Λεωφορείον ο Πόθος) και την Kate Hodge (She-Wolf of London, Φονικό Μετάξι) ως ενήλικη πλέον Juliet στους κύριους ρόλους. Προς οικτρή απογοήτευση του φιλοθεάμονος κοινού, το μόνο ενδιαφέρον στην όψιμη αυτή συνέχεια ήταν οι... αυτούσιες σκηνές από το αρχικό φιλμ, που καταλαμβάνουν περίπου ένα εικοσάλεπτο (!) της δράσης. Από κει και πέρα, προσπαθώ ακόμα να απωθήσω απ' τη μνήμη μου τα όσα κάθισα μαζοχιστικά και είδα, με τη μάταιη προσδοκία ότι ΙΣΩΣ κάποια στιγμή διορθωνόταν η κατάσταση. Η φροντισμένη τεχνικά παρουσίαση - με το ατμοσφαιρικό chiaroscuro της φωτογραφίας από τον Bryan England (Μόνο Εσένα, Generation X) και την όχι άσχημη μουσική του David McHugh (Blood Oath, Lonely Hearts) - ακυρώνεται ολοσχερώς από το ασύλληπτα ανόητο και προσχηματικό σενάριο (το οποίο αντί να εκμεταλλευτεί ευρηματικά τις ευφυείς "πάσες" του πρωτότυπου έργου, απλώς τις αναπαράγει κακόγουστα ή επιχειρεί να τις ανασκευάσει, ξεπέφτοντας σε προφανώς ακούσια και επιπλέον χονδροειδή παρωδία), το σχεδόν διασκεδαστικό υπερβάλλοντα ζήλο στην... αποκατάσταση του ανδρισμού του εξωγήινου πρωταγωνιστή (που οι διάλογοι όσο και η γενική του αλληλεπίδραση με τον Beck στο Πλάσμα του '87 είχαν ευδιάκριτες αποχρώσεις γλυκά αδέξιου φλερτ, απηχώντας τη σεξουαλική αμφιθυμία του David Bowie στον Άνθρωπο που Έπεσε στη Γη), τις κάκιστες ερμηνείες (σε μια φρικαλέα απομίμηση του MacLachlan - του οποίου το πραγματικό όνομα έχει κιόλας το θράσος να σφετερίζεται, δήθεν τιμητικά, ο "ήρωας" του ανεκδιήγητου αυτού κατασκευάσματος - ο κατά τα άλλα συμπαθής Sbarge περιφέρεται σαν ζόμπι, μορφάζοντας ακατανόητα και εξακοντίζοντας ατάκες που δεν είναι καν για γέλια), την κατάχρηση φτηνιάρικων εφέ και την κατάφωρη απουσία σκηνοθετικής σφραγίδας. Ειλικρινά είναι να απορεί κανείς πώς στην ευχή κατάφεραν, με το δελεαστικό και αβανταδόρικο σε όλα τα επίπεδα υλικό που είχαν στα χέρια τους, να φτάσουν σ' ένα τέτοιο φιάσκο άνευ προηγουμένου. Ούτε επίτηδες να το έκαναν.

(Αθήνα, Απρίλιος 2011)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό Fractal (4.4.18).

Δεν υπάρχουν σχόλια :