Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017

Φυλακισμένες (2017)

Ένας κορυδαλλός μέσα κι έξω απ' το κλουβί

Prisoners

Βρισκόμαστε στην Ισπανία του 1950, σχεδόν μια δεκαετία μετά τον εμφύλιο πόλεμο που ανέβασε στην εξουσία το δικτάτορα Franco. Στις γυναικείες φυλακές που στεγάζονται σε ένα Καθολικό μοναστήρι της επαρχίας, οι κρατούμενες περιμένουν εναγωνίως ένα "θαύμα": τη χάρη που δίνει κάθε δέκα χρόνια ο Επίσκοπος σε μια φυλακισμένη, μεσολαβώντας υπέρ της στην κυβέρνηση. Ένα "θαύμα" το οποίο είναι συγχρόνως και μήλον της έριδος ανάμεσά τους, διότι η καθεμιά θεωρεί τον εαυτό της εύλογο αποδέκτη του και δεν είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει. Ορισμένες δεν θα διστάσουν να καταφύγουν και σε πλάγια μέσα, προκειμένου να εξασφαλίσουν προτεραιότητα και προνομιακή μεταχείριση.

Δυο εβδομάδες πριν την επίσκεψη του Επισκόπου, η οποία θα καθορίσει και την τελική του απόφαση, μπαίνει στη φυλακή μια ντελικάτη και καλομαθημένη κοπέλα από εύπορη οικογένεια (ο "κορυδαλλός", όπως υπαινικτικά/παραβολικά αναφέρεται σ' αυτήν το εναρκτήριο πολυφωνικό τραγούδι με το οποίο την υποδέχονται οι υπόλοιπες κρατούμενες, συνοδεύοντάς το με μια άμεμπτα συγχρονισμένη "αυτοσχέδια" ορχήστρα από τσίγκινους κουβάδες και βούρτσες), η οποία εμπλέκεται σε υπόθεση ληστείας μετά φόνου, εξαιτίας του έρωτά της για έναν κακοποιό.

Η άφιξη της "καινούργιας" ταράζει για λίγο τα νερά, ώσπου η καθημερινότητα να επιστρέψει στη γνώριμή της καταθλιπτική μονοτονία. Μοναδικό φως μέσα στο μουντό, ασφυκτικό αυτόν μικρόκοσμο όπου ο χρόνος έχει βαλτώσει σε μια μηχανική επανάληψη συμβάντων, διαλόγων και δραστηριοτήτων και η ζωή συντηρείται με λιγότερα και από τα στοιχειωδώς απαραίτητα, είναι ο άσβεστος πόθος της ελευθερίας, η (μάταιη, συχνά) προσμονή της επιστροφής κοντά σε αγαπημένα πρόσωπα και σε όσο γίνεται φυσιολογικές συνθήκες ύπαρξης και διαβίωσης.

Ακόμα και στον πρότερο βίο τους, ωστόσο, μερικές από τις κρατούμενες στερούνταν τα αυτονόητα ανθρώπινα δικαιώματα, πράγμα που τις οδήγησε στο φαύλο κύκλο του εγκλήματος και της τιμωρίας του - η οποία σχεδόν εξ ορισμού συνεπάγεται την αφαίρεση ενός θεμελιώδους δικαιώματος και αγαθού, εκείνου της ελευθερίας - και στη μακρόχρονη (ή και ισόβια) παραμονή σε μέρη υποχρεωτικής μαζικής συνύπαρξης και συναναστροφής, όπου η επιβολή ακραίων περιορισμών και η συμπύκνωση του φυσικού χώρου εντείνουν τα κοινωνικά προβλήματα (όπως η ανισότητα των τάξεων ή/και των φύλων) που ήδη υφίστανται στον έξω κόσμο και, όχι σπάνια, μεταφέρονται με κάποια τους μορφή στο καθεστώς εγκλεισμού. Από την άλλη, η ισοπεδωτική ομοιομορφία που κυριαρχεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον (και η οποία εκφράζεται με τις πανομοιότυπες στολές των κρατούμενων γυναικών, όσο και με τα ενδύματα των κληρικών και των καλογριών που ασκούν χρέη δεσμοφύλακα, ξεκάθαρες ενδείξεις της ομάδας όπου ανήκει ο καθένας και της θέσης του στο "ενδοσύστημα" του δεσμωτηρίου), εξαλείφει τις διαφορές στη φύση των αδικημάτων και τις διακυμάνσεις στη σοβαρότητά τους, ιδίως μάλιστα σε εποχές ολοκληρωτισμού - εξισώνοντας, λόγου χάρη, τις αντιεξουσιαστικές αντιλήψεις με τη συνενοχή σε μια ληστεία ή την ιεροδουλία με τη διάπραξη ενός φόνου.

Καρπός της συνεργασίας μεταξύ δυο πολυγραφότατων Ισπανών, του σεναριογράφου και θεατρικού συγγραφέα Ignacio del Moral και της συγγραφέα τηλεοπτικών σεναρίων Veronica Fernandez (El Comisario, El Sindrome de Ulises), οι Φυλακισμένες (Presas) είναι έργο που γράφτηκε ειδικά για τους τελειόφοιτους της Βασιλικής Ανώτερης Σχολής Δραματικής Τέχνης (RESAD) της Μαδρίτης - οι οποίοι και το παρουσίασαν για πρώτη φορά τον Απρίλιο του 2005 - ενώ στη συνέχεια παραστάθηκε για τρεις διαδοχικές σεζόν και με εξαιρετική επιτυχία σε θέατρα εκτός της σχολής. Ο Ignacio del Moral Ituarte, όπως είναι το πλήρες όνομά του, πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο ως ηθοποιός, για να στραφεί, αργότερα, κυρίως στη συγγραφή σεναρίων για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, καθώς και πολυάριθμων θεατρικών που τιμήθηκαν με πλήθος βραβείων και μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Ταινίες των οποίων έχει γράψει το σενάριο (Δευτέρες με Λιακάδα του Fernando Leon de Aranoa, με πρωταγωνιστή τον Javier Bardem και Οι Περιπέτειες του Tadeo Jones του Enrique Gato) κέρδισαν τοπικά και διεθνή βραβεία και διακρίσεις. Το 2006 ανέβηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα έργο του - Το Βλέμμα του Μελαμψού Άνδρα (La Mirada del Hombre Oscuro), που έχει επίσης μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη με τον τίτλο Bwana και σκηνοθέτη το Λατινοαμερικανό ντοκιμαντερίστα Imanol Uribe (La Luna Negra, La Carta Esferica) - από τον Στάθη Λιβαθινό, στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού.

Αν και εκ πρώτης όψεως οι Φυλακισμένες είναι ένα κλειστοφοβικό δράμα που καταγγέλλει τα κακώς κείμενα του σωφρονιστικού συστήματος μέσα σε δικτατορικό καθεστώς - ενός συστήματος που ανταποδίδει τα ίσα (και με τόκο) αντί να συνετίσει και ευνοεί, αν όχι ενθαρρύνει, τη διαιώνιση της κάθε είδους παραβατικής συμπεριφοράς στους κόλπους του, επιτρέποντάς την ατιμωρητί στους ίδιους τους λειτουργούς του και επιβραβεύοντας τη σπιουνιά και την αλληλοφαγωμάρα ανάμεσα στους κρατούμενους - στο βάθος πρόκειται για μια δυστοπική, πρωθύστερα προειδοποιητική αλληγορία των κινδύνων που ενέχει ο μη διαχωρισμός των εξουσιών. Η απόλυτη συνταύτιση και σύμπλευση κράτους, Εκκλησίας και δικαιοσύνης έχει ως αποτέλεσμα την ολική επικράτηση ενός μηχανισμού πάταξης, εξουθένωσης και εκμηδενισμού όπου κανείς δεν βρίσκει το δίκιο του νόμιμα ή αναίμακτα. Ως και η παιδεία νοθεύεται από τις μεθόδους εκδικητικής καταστολής που εφαρμόζουν οι φορείς εξουσίας: παρ' όλο που αρχικά φαίνεται να ενσαρκώνει την ελπίδα και την υπόσχεση μιας ζωής έντιμης, γεμάτης αθώες, απλές χαρές, ο δάσκαλος των φυλακών δεν αργεί να αποδειχθεί εξίσου αλλοτριωμένος και απάνθρωπος, ανίκανος να αντισταθεί στον πειρασμό τού να εκμεταλλευτεί και εν τέλει να καταχραστεί - με ιδιαζόντως απεχθή τρόπο - τη θέση και την επιρροή του.

Χωρίς, βέβαια, να λείπουν οι φωτεινές εξαιρέσεις - η συγκινητικά ανεξίκακη μοναχή που με γνήσια πίστη και αγνότητα ψυχής ακολουθεί κατά γράμμα τις επιταγές του χριστιανικού δόγματος, η δίκαιη και καλοπροαίρετα "νομιμόφρων" ηγουμένη με τις κρυφές δημιουργικές ευαισθησίες και τον αιώνιο... πονοκέφαλο, ο αδιάφθορος, αφοσιωμένος στο λειτούργημα και την επιστήμη του γιατρός - οι παίκτες του δράματος χρησιμοποιούν ανενδοίαστα και παντοιοτρόπως το σύστημα (και ο ένας τον άλλον) ώστε να ωφεληθούν υλικά και όχι μόνο, ανεξάρτητα από το ρόλο τους μέσα σ' αυτό. Πράγμα που τους χαρίζει, έστω και πρόσκαιρα, την ψευδαίσθηση της υπεροχής και μιας μικρής ατομικής νίκης - είτε το ζητούμενο ήταν μια ανώδυνη εξυπηρέτηση ή συναισθηματική ικανοποίηση, είτε η αίσια έκβαση ενός υποχθόνιου στρατηγήματος. Υπάρχουν όμως και στιγμές (γιατί ο άνθρωπος δεν είναι πλάσμα μονόπλευρο) όπου οι φυλακισμένες δείχνουν ειλικρινή συμπόνια και αλληλεγγύη μεταξύ τους, στη θέα μιας συγκρατούμενής τους που υποφέρει ή αντιμέτωπες με μια κατάφωρη αδικία.

Την ωραία απόδοση του κειμένου από τη θεατρολόγο και μεταφράστρια Μαρία Χατζηεμμανουήλ ερμηνεύουν με συγκλονιστική πειστικότητα οι ηθοποιοί, καθοδηγούμενοι με ευρηματικότητα και καθηλωτικό δυναμισμό από τον Δημήτρη Καρατζιά - του οποίου η σκηνοθεσία, όπως άλλωστε και το έργο αυτό καθαυτό, δανείζεται δομικά και μορφολογικά στοιχεία από την αρχαία τραγωδία, διυλίζοντάς τα αριστοτεχνικά μέσα από την απόσταση του σύγχρονου βλέμματος, ενώ η εντελώς ρεαλιστική ωμότητα κάποιων σκηνών γίνεται, ευφυώς οξύμωρα, το "παράθυρο" που ανοίγεται στο συν(υπο)δηλωτικό υπόβαθρο της πλοκής. Το εισαγωγικό τραγούδι που αναφέραμε παραπάνω, θα λέγαμε ότι είναι το κλειδί για την "ανάγνωση" ολόκληρης της παράστασης σαν να επρόκειτο για την παρτιτούρα μιας σύνθεσης, τα επιμέρους συστατικά της οποίας εναρμονίζονται με πολλούς διαφορετικούς τρόπους επί σκηνής: τα παράλληλα ή σε αντίστιξη στιγμιότυπα, ας πούμε, σε ενδεικτικά διαχωρισμένα τμήματα του σκηνικού χώρου - τον οποίο διαμορφώνουν οι ίδιες οι φυλακισμένες μπροστά στο κοινό, ως συμβολικό μέρος της καταναγκαστικής τους ρουτίνας. Σχεδιασμένα από τον Γιώργο Λυντζέρη και κατασκευασμένα από τη Μάρθα Χριστοφορίδου και τον Κώστα Μπακάλη αντίστοιχα, τα κοστούμια και τα μινιμαλιστικά σκηνικά παραπέμπουν μάλλον αόριστα στη χώρα και την εποχή όπου εκτυλίσσεται η ιστορία, αποφεύγοντας τον αυστηρό οπτικό προσδιορισμό του χρόνου και της γεωγραφίας της. Η πρωτότυπη μουσική επένδυση του Μάνου Αντωνιάδη ανάγεται για μια ακόμα φορά σε αναπόσπαστο συμπλήρωμα των δρωμένων, υφαίνοντας επιδέξια τον ακουστικό "χάρτη" πάνω στον οποίο ξεδιπλώνεται η δράση.

Οι εκπληκτικές, πολυτάλαντες γυναίκες της παράστασης - Ελένη Αλεξανδροπούλου, Ντέμη Αντωνοπούλου, Δέσποινα Αποστολίδου, Δώρα Γιαννακοπούλου, Βάσω Γρέντζελου, Μαρία Κατσαρού, Μυριέλλα Κουρεντή, Στέλλα Μουκαζή, Μαργαρίτα Παπαντώνη, Σοφία Ρούσου και Μαρία Φραγκάτου, με τη Γιάννα Σταυράκη στον ρόλο της ηγουμένης - φυλακισμένες, μοναχές και μια δαιμόνια δικηγόρος (Νίκη Πολύζου) αποφασισμένη να κατακτήσει πάση θυσία ό,τι της "γυάλισε", οργίζονται, επαναστατούν, συγκρούονται, συμμαχούν, συμπάσχουν, υπομένουν, πιστεύουν, αμφιβάλλουν, κλονίζονται, μηχανορραφούν, ελπίζουν, απογοητεύονται, αγαπούν και μισούν, ερωτεύονται και απορρίπτουν, νοσταλγούν και πενθούν, ζωντανεύοντας με έξοχη αληθοφάνεια και ζέση τις προσωπογραφίες των ρόλων τους. Τις πλαισιώνουν οι επίσης θαυμάσιοι, τρεις μόλις άντρες της διανομής, ο Χρήστος Καλμαντής (ιερέας), ο Γιάννης Καραμπέκιος (γιατρός) και ο Ευθύμης Τζώρας (ανατριχιαστικά "διχασμένος" δάσκαλος), οι οποίοι δρουν ως εξωτερικές δυνάμεις πότε εξισορροπητικές και πότε καταλυτικές, άλλοτε βοηθώντας στην εκτόνωση τεταμένων καταστάσεων και άλλοτε οδηγώντας τις, ηθελημένα ή ακούσια, στα άκρα. Όλα τα πρόσωπα του έργου είναι ουσιαστικά πρωταγωνιστές, των οποίων η χημεία και ο αψεγάδιαστος συντονισμός συναρμολογούν μια νευρώδη χορογραφία, που με την αμείωτη ένταση του ρυθμού της αιχμαλωτίζει και συνεπαίρνει το θεατή.

(Αθήνα, Δεκέμβριος 2017)

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό Διάστιχο (30.12.17). Οι παραστάσεις των Φυλακισμένων δίνονται από την 1η Νοεμβρίου 2017 ως τις 26 Ιανουαρίου 2018 και κάθε Τετάρτη και Πέμπτη, στο θέατρο Vault του Βοτανικού.

Δεν υπάρχουν σχόλια :